- ξενίζοντα
- ξενίζωreceivepres part act neut nom/voc/acc plξενίζωreceivepres part act masc acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ξενίζοντ' — ξενίζοντα , ξενίζω receive pres part act neut nom/voc/acc pl ξενίζοντα , ξενίζω receive pres part act masc acc sg ξενίζοντι , ξενίζω receive pres part act masc/neut dat sg ξενίζοντι , ξενίζω receive pres ind act 3rd pl (doric) ξενίζοντε , ξενίζω… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Γρηγόριος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Επίσκοπος Νεοκαισαρείας (Νεοκαισάρεια 213; – 270). Η γνωριμία του με τον χριστιανισμό άρχισε μετά τον θάνατο του πλούσιου και ειδωλολάτρη πατέρα του, ο οποίος του έδωσε επιμελημένη αγωγή. Σε ηλικία… … Dictionary of Greek